Δημοτικό σχολείο Βουτιάνων 1842-1847

o νόμος περί δημοτικών σχολείων 1834
Κατά την μετακαποδιστριακή περίοδο η πρώτη σοβαρή απόπειρα για την ίδρυση και την οργάνωση Δημοτικών σχολείων στο νεοσύστατο ελληνικό Κράτος, πραγματοποιήθηκε με το νόμο του 1834, «περί δημοτικών σχολείων»,(1) ο οποίος έθεσε τις βάσεις της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω νόμου, κάθε δήμος της τότε ελληνικής επικράτειας υποχρεωνόταν να μεριμνήσει για την ανέγερση δημοτικού σχολείου στην περιοχή δικαιοδοσίας του, του οποίου και ανελάμβανε τα έξοδα συντήρησης. Παράλληλα, οι δημοτικές αρχές επιφορτίζονταν με την κάλυψη της μισθοδοσίας και του ενοικίου κατοικίας του δημοδιδασκάλου.

Το πρώτο δημοτικό σχολείο στο δήμο Σελλασίας (2)συστάθηκε στον οικισμό Βουρλιά,που αποτελούσε την έδρα του δήμου.Στοιχεία για το δημοτικό σχολείο Βουρλιά υπάρχουν από το 1837 (3) όπου στο τέλος του έτους (4) εγκρίθηκε η πρόταση διορισμού του δημοδιδασκάλου γ τάξεως(5) Π.Ορφανού.

Στον δήμο Σελλασίας συστάθηκε ακόμα ένα σχολείο, αυτή τη φορά στον οικισμό των Βουτιάνων. Στοιχεία που προέκυψαν από τη μελέτη της αυτοβιογραφίας του Αναστάσιου Στρατηγάκη, κατοίκου Βουτιάνων, γεννημένου στα 1834, τοποθέτησαν αρχικά την ίδρυση του σχολείου, γύρω στο 1840-41. Η δημοσίευση από τα ΓΑΚ του αρχείου περί δημοτικών σχολείων έφερε στο φως νέα ακριβέστερα στοιχεία σχετικά με την ίδρυση και τη λειτουργία του εν λόγω διδακτηρίου.
Η σύσταση του σχολείου στους Βουτιάνους δεν έγινε νωρίτερα από το έτος 1842. Μάλιστα, τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, η Διοίκηση Λακεδαίμονος, στο πλαίσιο της ανέγερσης του διδασκαλείου, ζήτησε εγγράφως από την Εκκλησιαστική Γραμματεία της Επικράτειας «να λάβει πρόνοια περί διορισμού αξίου δημοδιδασκάλου, γνωρίζοντος ει δυνατόν και εκκλησιαστικήν μουσικήν».(6)Σύμφωνα με το υπό εξέταση έγγραφο, το νεοϊδρυθέν σχολείο θα στεγαζόταν προσωρινώς, μέχρι τη μεταφορά του σε μονιμότερη εγκατάσταση, σε μια ιδιωτική μισθωμένη οικία με χωρητικότητα έως 65 μαθητές. Βάσει του ίδιου κειμένου, τα έξοδα λειτουργίας του σχολείου, ο απαραίτητος σχολικός εξοπλισμός και ο μισθός του δημοδιδασκάλου μέχρι τέλους του χρόνου θα καλύπτονταν από την «προαιρετικήν συνεισφοράν» των κατοίκων του χωριού, η οποία άγγιζε τις 400 δραχμές. Παράλληλα, στο έγγραφο υπήρξε πρόβλεψη για την ιδιαίτερη κατοικία του δημοδιδασκάλου στον οποίο θα παρεχόταν δωρεάν διαμονή.
Το δημοτικό σχολείο των Βουτιάνων φαίνεται ότι συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό μαθητών προερχόμενων τόσο από το αυτό χωριό όσο και από τους γύρω οικισμούς. Σύμφωνα με το προαναφερθέν έγγραφο, το καλοκαίρι, ο αριθμός των μαθητών έφτανε τους 30, ενώ τον χειμώνα, οι μαθητές αριθμούσαν τους 40, καθώς σε αυτούς προστίθεντο και παιδιά οικογενειών «από το χωρίον Βαμβακού…έχουσαι (στους Βουτιάνους) οικίας και καταστήματα». Στο σχολείο φαίνεται να φοιτούσαν επιπλέον 25 μαθητές «από τα παρακείμενα χωρία Θεολόγου και Καλύβια».

Ο διορισμός Π.Πολιτάκη 1842 Πηγή ΓΑΚ
Πρώτος δάσκαλος στο δημοτικό σχολείο των Βουτιάνων διετέλεσε ο δημοδιδάσκαλος γ΄ τάξεως, Πέτρος Πολιτάκης (1816-1888), με καταγωγή από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας. (7) Ο Στρατηγάκης στην αυτοβιογραφία του ονοματίζει τον προαναφερθέντα, ως τον πρώτο του δάσκαλο στους Βουτιάνους. (8) Σύμφωνα με σχετικό έγγραφο των ΓΑΚ, χρονολογούμενο την 29η Οκτωβρίου 1842, (9) ο Πολιτάκης διορίστηκε με μετάθεση από το δημοτικό σχολείο Καστάνιτσας της Σιταίνης Κυνουρίας «εις το εν Βουτιάνοις αρτιούστατον Δημοτικόν Σχολείον του Δήμου Σελλασίας», του οποίου αποτέλεσε και τον πρώτο διδάσκοντα.
Ο Πολιτάκης γνώριζε ελληνικά «έως εις τον Δημοσθένην και σύνταξιν».  Ο ίδιος είχε σπουδάσει αλληλοδιδακτικά γράμματα στο Βασ. Διδασκαλείο Αθηνών, από όπου και αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1840.
Εντύπωση προκαλεί η απόφαση του Πολιτάκη να εγκαταλείψει τη θέση του ως δημοδιδάσκαλος του δημοτικού σχολείου Βουτιάνων, λίγους μόλις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του. Πιο συγκεκριμένα, ο ίδιος, τον Φεβρουάριο του 1843, με επιστολή του προς την επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως Γραμματεία της Επικράτειας(10) αιτήθηκε τη μετάθεσή του από τους Βουτιάνους, «εις Δημοτικόν Σχολείον χηρευόμενον διδασκάλου…. και ει δυνατόν εις το Δημοτικόν Σχολείον Αγίου Πέτρου του δήμου Πάρνωνος», που αποτελούσε τον τόπο καταγωγής του. Οι λόγοι που ώθησαν τον δημοδιδάσκαλο στην απόφαση αυτή ήταν η ανάγκη να βρίσκεται κοντά στην οικογένειά του ώστε να τη φροντίζει, οι κακές κατά τη γνώμη του, εργασιακές συνθήκες που επικρατούσαν στους Βουτιάνους, και κυρίως οι προβληματικές σχέσεις του με τους κατοίκους του χωριού. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του ιδίου, οι Βουτιανίτες χαρακτηρίζονταν από μια «απαραδειγμάτιστον αδράνειαν ως προς την βελτίωσιν της νεολαίας» και «…ούτως βάρβαροι…δεν φροντίζουν παντελώς περί των αναγκαίων ελλείψεων του σχολείου καθώς και περί ανεγέρσεως νέου καταστήματος…». Ως εκ τούτου, ο διδάσκων αναγκαζόταν να εργαστεί «πολύ περιορισμένος εις μιαν ιδιωτικήν οικίαν», η οποία αποτελούσε και την προσωπική του κατοικία. Ολοκληρώνοντας αυτή του την επιστολή, ο Πολιτάκης ανέφερε ότι «το χείριστον απάντων είναι η έμφυτος κακοήθεια εις την κοινότητα ταύτην και άμα επάτησα το έδαφος του χωρίου τούτου ευθύς ανεφύησαν μύριαι κατ’ εμού συκοφαντίαι προσβάλλοντας τον ηθικόν μου χαρακτήρα…».
Οι αρμόδιες αρχές δεν ικανοποίησαν αμέσως το αίτημα του δημοδιδασκάλου. Έτσι, τον Μάρτιο του 1843, ο Πολιτάκης απέστειλε προς τη Γραμματεία της Επικράτειας, μία ακόμη επιστολή (11) στην οποία αναφερόταν εκ νέου στην επιθυμία μετάθεσής του, από τους Βουτιάνους στον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας, προτάσσοντας αυτή τη φορά λόγους οικογενειακούς και λόγους υγείας. Εν τέλει, ο ίδιος πέτυχε να μετατεθεί στο σχολείο του οικισμού Κοσμά, Σελινούντος Κυνουρίας, στις 6 Μαΐου του 1844, ενώ περίπου έναν χρόνο αργότερα πήρε μετάθεση για τον Άγιο Πέτρο, Πάρνωνος Κυνουρίας.(12)
Ο διορισμός Ι.Γεωργιάδη 1844 Πηγή ΓΑΚ
Στη θέση του Π. Πολιτάκη, τον Μάιο του 1844, ήρθε στους Βουτιάνους με μετάθεση, ο δημοδιδάσκαλος Λογκάστρας, Ι.Γεωργιάδης(γεν.1818)(13)από τον Βουρλιά Λακεδαίμονος γ τάξεως.  Λίγους μήνες αργότερα, και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του 1844, τα μέλη της επιθεωρησιακής επιτροπής των δημοτικών σχολείων Σελλασίας, μεταξύ των οποίων ήταν και ο δήμαρχος Σελλασίας Χ.Μιχαλόπουλος με καταγωγή
 από τους Βουτιάνους, εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για τον Γεωργιάδη, κρίνοντάς τον ακατάλληλο για τη θέση του δημοδιδασκάλου, καθώς όπως ισχυρίστηκαν, ο εν λόγω κύριος είχε μάλλον λησμονήσει «την αλληλοδιδακτική μέθοδο».
Τον Νοέμβριο του 1845, μετατέθηκε από τον Δήμο Σελλασίας στους Βουτιάνους,  ο δημοδιδάσκαλος γ΄ τάξεως, Π. Ξύδης, ενώ ο τότε διδάσκων στο σχολείο των Βουτιάνων, δημοδιδάσκαλος Κ. Τερζής πήρε μετάθεση για τα Χρύσαφα.(14)
Δυστυχώς, οι σχέσεις των κατοίκων του χωριού με τον δημοδιδάσκαλο Π. Ξύδη δεν εξελίχθηκαν ομαλά, γεγονός που δημιούργησε προβλήματα και στη μεταξύ τους συνεργασία. Ως εκ τούτου, στις 20 Ιανουαρίου 1846, μια ομάδα Βουτιανιτών, με επιστολή της(15) προς την  Νομαρχία Λακωνίας, ζήτησε την επαναφορά στο χωριό, του δημοδιδασκάλου Κ.Τερζή, και αν αυτό δεν ήταν εφικτό, την αντικατάστασή του με έτερο ισάξιο δημοδιδάσκαλο. Το κείμενο της επιστολής υπέγραψαν οι κάτωθι Βουτιανίτες: N.Τσιάπας, Γ.Παπανικολάου, Σαρ.Γεωργακόπουλος, Γ.Σταθούρος, Γρηγόρης Ζέππος, Παν. Στρατηγάκης, Δήμος Γεωργακόπουλος, Νικολής Στρατηγάκης, Παναγής Καβελλάρης, Μελέτης Τριλίκης, Γεώργιος Τριλίκης, Γεώργιος Ν. Κωστάκης, Θεοδόσης Κυριακάκης, Θεόδωρος Γιάτρας, Σαράντος Πετράκης, Γιαννάκης Φελλάς, Μήτρος Βερβενιώτης, Γεώργιος Ν. Τσιάπας, και ο Γεώργιος Βερβενιώτης
Δύο μέρες αργότερα, στις 22 Ιανουαρίου 1846,(16) συγκλήθηκε η επιθεωρησιακή επιτροπή του δημοτικού σχολείου Βουτιάνων, μέλη της οποίας ορίστηκαν οι: Νικόλαος Τσιάπας (προεδρεύων), Αναγνώστης Στρατηγάκης, Δήμος Γεωργακόπουλος, Ιωάννης Μουλατσιώτης και Ιωάννης Αναστασόπουλος (εφημέριος του χωριού). Οι ανωτέρω εξέφρασαν γι’ ακόμη μια φορά, εξ ονόματος όλων των Βουτιανιτών τη δυσαρέσκειά τους για την αντικατάσταση του δημοδιδασκάλου Κ.Τερζή από τον Π. Ξύδη.
Από τη μεριά του ο Π. Ξύδης, με έγγραφό του προς το Γενικό Διευθυντήριο επί των Δημοτικών Σχολείων, το οποίο χρονολογείται στις αρχές του Φεβρουαρίου 1846, (17)ζήτησε την άμεση μετάθεσή του από το διδασκαλείο των Βουτιάνων, σε κάποιο άλλο σχολείο της ελληνικής επικράτειας, προκειμένου να μη καταστεί «θύμα των Βουτιανιτών», καθώς σύμφωνα με τον ίδιο «…κακώς πληροφορηθείσα δήθεν από τινάς σπερμολόγους η κοινότης αύτη εκινήθη εναντίον μου και άνευ λόγου μού προσήψε μυρίας κατηγορίας».
Τελικά, ο δημοδιδάσκαλος Ξύδης πέτυχε την πολυπόθητη μετάθεση, και η θέση του στους Βουτιάνους καλύφθηκε από τον δημοδιδάσκαλο γ΄ τάξεως Παναγιώτη Καλλίτση, τότε διδάσκοντα στον οικισμό Γερακίου, δήμου Γερονθρών. Ο εν λόγω δάσκαλος γεννήθηκε το 1824, στον Άγιο Ιωάννη Θυρέα, Κυνουρίας. Ήταν γνώστης της αλληλοδιδακτικής μεθόδου, ενώ σύμφωνα με τα βιογραφικά του στοιχεία, κατά τη διάρκεια των σπουδών του, θεωρείτο φιλάσθενος: «παντάπασι νωθρός και άψυχος φανείς».(18)Τα προβλήματα υγείας του Π. Καλλίτση φαίνεται πως εξακολούθησαν να υφίσταντο και αργότερα, και μάλιστα, ήταν εκείνα που τον εμπόδισαν να αναλάβει αμέσως χρέη δημοδιδασκάλου στους Βουτιάνους. Πράγματι, αν και ενημερώθηκε εγγράφως για τη μετάθεσή του στο σχολείο του οικισμού, ήδη από τις 31 Ιανουαρίου 1846(19), ο ίδιος, «ένεκα της προσβληθείσας υγείας»(20) του, αναγκάστηκε να μετέβη στη νέα του θέση, δύο μήνες αργότερα, ήτοι τον Μάρτιο του 1846.(21)
Στα τέλη Δεκέμβρη του 1846, η εικόνα που παρουσίαζε το σχολείο των Βουτιάνων, δε θύμιζε σε τίποτα εκείνη των προηγούμενων ετών. Προς επίρρωση των ανωτέρω, αναφέρουμε ένα έγγραφο των ΓΑΚ, χρονολογούμενο στην υπό εξέταση περίοδο, το οποίο αφορά στη «μετάθεσιν του αναφερομένου (ενν. τον Καλλίτση) εις Χρύσαφα και την διάλυσιν του εν Βουτιάνοις Σχολείου αφού τούτο… φαίνεται αδύνατον να διατηρηθεί μη υπαρχόντων των αναγκαίων ούτε μαθητών φοιτούντων».(22) Λίγο αργότερα, και συγκεκριμένα στις 31 Δεκεμβρίου 1846, η Νομαρχία Λακωνίας με έγγραφό της(23) προς τον Δήμαρχο Σελλασίας, αφού πρώτα εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για την «αθλιοτάτην κατάστασιν» του σχολείου των Βουτιάνων και κυρίως για την «απαθεστάτην αδιαφορίαν και αφροντισίαν (του υπεύθυνου Δήμου) περί τα πράγματα…», ζήτησε την άμεση «επανόρθωσιν των ελλείψεων» για το καλό όλης της Κοινότητας.
Ο ναός των Ταξιαρχών Βουτιάνων
Ο ίδιος ο δημοδιδάσκαλος Βουτιάνων Π. Καλλίτσης φαίνεται πως την εποχή αυτή, έστειλε έναν αριθμό επιστολών προς τις αρμόδιες αρχές, στις οποίες εξέθετε με τη σειρά του την άσχημη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει το σχολείο του οικισμού: «απαραδειγμάτιστον και όλως ανυπόφορον αθλιότητα και ελεεινή κατάστασιν του σχολείουεξασκών το έργον μου εντός του ιερού καταστήματος του ναού των Ταξιαρχών,αλλά και όλη η αναγκαία  ύλη της αποσκευής (πλην τεσσάρων θρανίων σαθρών)… οι δε φοιτούντες ολίγοι μαθητές και αυτοί είναι αδύνατον να προοδεύσωσι».(24)
Σε μία εξ αυτών των επιστολών του προς το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Εκπαίδευσης, με ημερομηνία 14 Ιανουαρίου 1847,(25) ο Π.Καλλίτσης παραπονείται εκτός των άλλων, και για την δεινή οικονομική του κατάσταση, καθώς σύμφωνα με τον ίδιο, από τη στιγμή που ανέλαβε χρέη δημοδιδασκάλου στους Βουτιάνους, «δεν  ηξιώθην να λάβω ούτε εν μηνιαίον, διά να αποκτήσω τα απολύτως του ζην έξοδα… αλλά και αυτών των διδάκτρων την μηνιαίαν ωφέλειαν υστερούμαι… χωρίς να λάβω μέχρι τούδε ουδέν καν εν λεπτόν». Ως εκ τούτου, με το ίδιο αυτό έγγραφο, ο «ευπειθέστατος» δημοδιδάσκαλος των Βουτιάνων ζήτησε από το Υπουργείο να μετατεθεί πάραυτα σε άλλο σχολείο, προκειμένου να αποφευχθεί κατά τα λεγόμενα του, ο «παντελής όλεθρός» του.
Τελικά, η Νομαρχία της Λακωνίας δρομολόγησε τη μετάθεση του Π. Καλλίτση και δεσμεύτηκε εγγράφως πως θα τιμωρούσε «παραδειγματικώς (τις δημοτικές αρχές Σελλασίας), εάν εντός μηνός από σήμερον δεν καταβάλητε τας δέουσας προσπαθείας, ώστε ετοιμαζομένου κατά το εικός του Σχολείου (Βουτιάνων), να προκαλέσομεν τον διορισμόν του (νέου) δημοδιδασκάλου».(26)
Έτσι, με έγγραφο της 4ης Φεβρουαρίου 1847,(27) ο Π. Καλλίτσης μετατέθηκε στο «χηρεύον» δημοτικό σχολείο του οικισμού Χρύσαφα, δήμου Θεραπνών. Στα σχετικά με τη μετάθεση του εν λόγω δημοδιδασκάλου, έγγραφα, υπήρξε και ειδική μέριμνα «περί αποδόσεως των καθυστερουμένων μισθών αυτού».(28)
Η μετάθεση Καλλίτση πηγή ΓΑΚ
Με τη μετάθεση του δημοδιδασκάλου Π. Καλλίτση από το δημοτικό σχολείο Βουτιάνων στα Χρύσαφα, κλείνει ο κύκλος των διδασκόντων στο σχολείο των Βουτιάνων, δήμου Σελλασίας, για τη περίοδο μεταξύ του 1842 (έτους ίδρυσης του σχολείου), έως και του έτους 1847. 

Αξίζει τέλος να σημειωθεί, πως στην βιογραφία του Αναστάσιου Π. Στρατηγάκη,(29)  ως δημοδιδάσκαλοι του Δήμου Βουτιάνων κατά την υπό εξέταση περίοδο, αναφέρονται και οι Ιωάννης Βόχαλης από τον Βουρλιά και Κωνσταντίνος Τερζάκης από τον Κοσμά Κυνουρίας, οι οποίοι όμως δεν πρέπει να υπηρέτησαν στους Βουτιάνους, καθώς τα ονόματά τους λείπουν από τη σχετική βάση δεδομένων της μελέτης του Δαυίδ Αντωνίου και Τριαντ. Σκλαβενίτη.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, αρ.11, 3/3/1834

2.Ο δήμος Σελλασίας ιδρύθηκε με το Β.Δ. της 9ης (21ης) Μαρτίου 1835 και περιελάμβανε τους οικισμούς, Βουρλιά (έδρα του Δήμου), Κονιδίτσα, Βουτιάνοι, Καλύβια, Θεολόγο, Κοκινόραχη, Κλαδά, Χτόρισσ(ζ)α και Κοκκινομάλι.

3.Εγγραφο της Νομαρχίας προς τη Γραμματεία της Επικράτειας «περί διορισμού δημοδιδασκάλου στον Δήμο Σελλασίας», (αρ.17339/12-12-1837), πηγή ΓΑΚ.

4.Εγγραφο της Γραμματείας για «Έγκριση της πρότασης για διορισμό δημοδιδασκάλου στο Δήμο Σελλασίας», (αρ.3902/19-12-1837), πηγή ΓΑΚ.

5.Η γ΄ Τάξη δημοδιδασκάλων απαρτιζόταν από δάσκαλους, οι οποίοι απαιτούνταν να έχουν γνώσεις ανάγνωσης και γραφής, αριθμητικής, φωνητικής και μουσικής, καθώς και πρακτικές γνώσεις γεωργίας. Τέλος, θα έπρεπε να έχουν όλες τις γνώσεις που ήταν απαραίτητες για τη σωστή κατήχηση των μαθητών τους.

6. Έγγραφο της Διοίκησης Λακεδαίμονος προς την Εκκλησιαστική Γραμματεία της Επικράτειας (αρ. 4114/16060/ 26-8-1842), πηγή ΓΑΚ.

7. Οι λειτουργίες της Ανωτάτης , Μέσης και Δημοτικής εκπαίδευσης (19ος αιώνας), ΕΙΕ επιμ. Δαυίδ Αντωνίου, Τριαντ.Σκλαβενίτης

(http://pandektis.ekt.gr/pandektis/handle/10442/23165)

8. Αυτοβιογραφία Αναστάσιου Π. Στρατηγάκη (εφ. Οι Βουτιάνοι 1962), σελ.295.

 9.Έγγραφο προς τον Δημοδιδάσκαλον Καστανίτσης κ. Πολιτάκην (αρ. 295/16060/27/10/1842

 πηγή ΓΑΚ. Σημειώνεται πως η μετάθεση του Πολιτάκη στους Βουτιάνους είχε αποφασιστεί ήδη από τον Φεβρουάριο του 1842 (έγγραφο προς τον Διοικητήν Λακεδαίμονος, περί διορισμού δημοδιδασκάλου του Δήμου Σελλασίας, (2987/15288/27-2-1842), πηγή ΓΑΚ), ο ίδιος όμως ο δημοδιδάσκαλος ανέλαβε επισήμως τα καθήκοντά του, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους

10.Επιστολή του δημοδιδάσκαλου Π.Πολιτάκη προς την Γραμματεία της Επικράτειας (αρ.7/19394,19-2-1843), πηγή ΓΑΚ.

11. Επιστολή του δημοδιδάσκαλου Π.Πολιτάκη προς την Γραμματεία της Επικράτειας (αρ.9/19644/6-3-1843), πηγή ΓΑΚ.

12. Οι λειτουργίες της Ανωτάτης , Μέσης και Δημοτικής εκπαίδευσης (19ος αιώνας), ΕΙΕ, επιμ. Δαυίδ Αντωνίου, Τριαντ. Σκλαβενίτης

13.Εγγραφο της Γραμματείας της Επικράτειας προς τον δημοδιδάσκαλο Λογγάστρας Ι.Γεωργιάδη περί μεταθέσεως του στους Βουτιάνους,(αρ.1043/25847/6-5-1844) και Οι λειτουργίες της Ανωτάτης , Μέσης και Δημοτικής εκπαίδευσης (19ος αιώνας), ΕΙΕ, επιμ. Δαυίδ Αντωνίου, Τριαντ. Σκλαβενίτης:

14.Εγγραφο προς τη Νομαρχία Λακεδαίμονος και προς τον Δημοδιδάσκαλο Σελλασίας Π.Ξύδη, περί της μετάθεσής του, στο Δημοτικό Σχολείο Βουτιάνων,(ν.33010-11/29-9-1845)

15.Επιστολή των κατοίκων των Βουτιάνων προς τη Νομαρχία Λακωνίας, με σκοπό να επανέλθει ο δημοδιδάσκαλος Τερζής,(αρ.340/258/20-1-1846)  (έγγραφα Δημοτ. Σχολείου Σελλασίας), πηγή ΓΑΚ.

16.Επιστολή της Επιθεωρησιακής επιτροπής του δημοτικού σχολείου Βουτιάνων περί μεταθέσεως του Κ.Τερζή, (αρ.36/22-1-1846), πηγή ΓΑΚ,  (Έγγραφα Δημ. Σχολείου Σελλασίας).

17.Έπιστολή του δημοδιδασκάλου Π. Ξύδη προς το επί των Δημοτικών Σχολείων Γενικόν Διευθυντήριον αρ.291/576/ 8-2-1846, πηγή ΓΑΚ.

18. Οι λειτουργίες της Ανωτάτης , Μέσης και Δημοτικής εκπαίδευσης (19ος αιώνας), ΕΙΕ, επιμ. Δαυίδ Αντωνίου, Τριαντ. Σκλαβενίτης.

19.Εγγραφο της διοίκησης προς τον Δημοδιδάσκαλο Γερακίου, Παναγιώτη Καλλίτση, (αρ.340/258/31-1-1846), πηγή ΓΑΚ.

20.Έπιστολή  του δημοδιδασκάλου Π. Καλλίτση προς τη Νομαρχία Λακωνίας (αρ.1242/27-2-1846), πηγή ΓΑΚ.

21. Έγγραφο του Π.Καλλίτση προς τη Νομαρχία Λακωνίας (8/3/1846) και έγγραφο του Νομάρχη Λακωνίας προς το Υπουργείο Εκκλησιαστικών, «περί ανακλήσεως της παραιτήσεως του Δημοδιδασκάλου Βουτιάνων», (αρ.694/1385/ 8-3-1846), πηγή ΓΑΚ.

22. Έγγραφο αρ. 3974/18-12-1846, Πηγή ΓΑΚ

23. Έγγραφο της Νομαρχίας Λακωνίας  προς τον Δήμαρχο Σελλασίας (αρ. 8975/ 31-12-1846), πηγή ΓΑΚ.

24. Επιστολή του δημοδιδασκάλου Π. Καλλίτση προς το επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως Βασιλικόν Υπουργείον (αρ. 251/4239/14-1-1847), πηγή ΓΑΚ.

25. Όπ. π., έγγραφο αρ. 251.

26. Έγγραφο του Νομάρχη Λακωνίας προς τον Δήμαρχο Σελλασίας (αρ. 8975/4490 18-1-1847), πηγή ΓΑΚ.

27. Έγγραφο του αρμόδιου Υπουργού προς τον Δημοδιδάσκαλο Βουτιάνων, Π. Καλλίτση για μετάθεσή του στο Δημοτικό Σχολείο Χρυσάφων, (αρ. 4490/4-2-1847), πηγή ΓΑΚ.

28. Έγγραφο προς τη Νομαρχία Λακωνίας, «περί μεταθέσεως του εν Βουτιάνοις του Δήμου Σελλασίας Δημοδιδασκάλου, εις Χρύσαφαν», (αρ. 393/4-2-1847), πηγή ΓΑΚ.

29. Αυτοβιογραφία Αναστασίου Π. Στρατηγάκη, (εφ. Οι Βουτιάνοι 1962), σελ.295.


Η περιοχή βορειοανατολικά της Λακεδαίμονος από τον 9ο αι. έως τον  11ο – 12ο αι., με βάση τις υπάρχουσες πηγές.


Χάρτης 1.  Tα τοπωνύμια της περιοχής Βουτιάνων-Θεολόγου
Τα διαθέσιμα έως τώρα στοιχεία σχετικά με την εικόνα της λακωνικής υπαίθρου και δη της περιοχής βορειοανατολικά της Λακεδαίμονος κατά τη βυζαντινή εποχή, είναι ομολογουμένως λιγοστά.
Οι γνώσεις μας εμπλουτίστηκαν χάρη στα πορίσματα μιας εντατικής επιφανειακής έρευνας, γνωστής ως Lakonia Survey (στο εξής LS), η οποία διεξήχθη στις αρχές της δεκαετίας του 1980(1) Η έρευνα της LS, αν και ανολοκλήρωτη και με ελλιπείς αναφορές, φώτισε σημαντικές πτυχές της οικιστικής . πληθυσμιακής και οικονομικής κατάστασης της υπό εξέταση περιοχής 

Παρακάτω, σε τρείς ενότητες παρουσιάζονται οι κατοικημένες περιοχές και οι καλλιεργούμενες εκτάσεις βορειοανατολικά της Λακεδαίμονος, όπως καταγράφηκαν από την LS. Οι θέσεις ανήκουν στον βόρειο και δυτικό τομέα έρευνας της L.S., ο οποίος περιλαμβάνει τις περιοχές Βουτιάνων και Θεολόγου (ζώνες B,F,E,K,G,Η,D) (Πίνακας1), και χρονολογούνται από τον 9ο αιώνα μ. Χ. έως και τον 11ο-12ο αιώνα (περίοδος δυναστείας των Κομνηνών και των Αγγέλων).
Η ενδελεχής εξέταση των ερευνητικών πορισμάτων σε συνδυασμό με την προσεκτική μελέτη των διαθέσιμων έως τώρα πηγών οδήγησαν στον εντοπισμό μιας σειράς παραλείψεων εκ μέρους της L.S., αναδεικνύοντας ταυτόχρονα ορισμένα επιπλέον στοιχεία που αφορούν στην υπό εξέταση περιοχή και τις θέσεις που αυτή περιλαμβάνει.
Πίνακας 1: Κατοικημένοι χώροι και καλλιεργούμενες περιοχές στον βόρειο& δυτικό τομέα έρευνας της LS
Θέσεις του βόρειου και δυτικού τομέα της LS.
9οςαι-αρχές 11ου αι. (ΜΒ Ι)
11ος αιώνας(ΜΒ ΙΙ)
Δυναστεία Κομνηνών & Αγγέλων(11ος-12οςαιων.ΜΒ ΙΙΙ)
ΖΩΝΗ Β (περιοχή Πετράλωνα Βουτιάνων-Βουρλιώτικα αμπέλια )

1 αγροικία(B300)
2 αγροικίες (Β300,Β106),1 εκκλησάκι(Β124
ΖΩΝΗ D(περιοχή Σκούρα, πιο πάνω από το γεφύρι του Κόπανου)


2 αγροικίες(D97,D306),1 αγροικία με 1 γεωργική εκμετάλλευση (D368),ίσως 1 εκκλησία(D3026)
ΖΩΝΗ E (περιοχή Λυκόβουνο Βουτιάνων)


1 χωριό-με επιφύλαξη(Ε77),1 αγροικία με 1 γεωργική εκμετάλλευση(Ε55),1 γεωργική εκμετάλλευση(Ε75),1 εκκλησία (Ε53;)

ΖΩΝΗ H  (περιοχή Γελαδάρη-Κούρτη Βουτιάνων)

1 χωριό(Η40) και 1 αγροικία(Η33)
1 χωριουδάκι(H51)με 1 εκκλησία,2 αγροικίες(H33,H11) 5 γεωργικές εκμεταλλεύσεις(Η40,Η29,Η21,Η20,Η34)
ΖΩΝΗ F (περιοχή Σούλι, Δίρεμα,Λαγκάδα Βουτιάνων)

1 αγροικία(F146)
2 αγροικίες(F146,F139)
ΖΩΝΗ Κ (περιοχή Χτόριζας,Θεολόγου)
1 χωριό(Κ247)
1 χωριό(K247) και 1 χωριουδάκι(Κ245),1 αγροικία(G254)
1 μεγάλο χωριό με 1 εκκλησία(K247),1 χωριουδάκι(K224), 2 αγροικίες (K250,K403),2 αγροικίες με 2 γεωργικές εκμεταλλεύσεις(K257,K253),1 μύλος(Κ204), 2 περιουσίες(Κ237,Κ258)
ΖΩΝΗ G(Περιοχή Χτόριζας-Αχραγιά)


2  αγροικίες(G162,G254), 1 μύλος G522),  1 μοναστήρι- με επιφύλαξη (G182)
ΣΥΝΟΛΟ ΘΕΣΕΩΝ:
1 θέση
7 θέσεις
30 θέσεις χωρίς τις εκκλησίες
Πηγή : LS I σελ.354,359,362 και LS II σελ.575-577(2)

1.Η περίοδος από τον 9ο  έως τις αρχές του 11ου αι.
Η μοναδική και πλέον σημαντική θέση(3)  του βόρειου τομέα έρευνας της LS αυτή την περίοδο φέρει το όνομα Κτητόρισσα (Χτόριζα στη δημοτική) και χαρακτηρίζεται από την έρευνα, ως ένα χωριό,(4)ενώ η αρχική χρήση της τοποθεσίας παραμένει ασαφής(5)  Η εν λόγω θέση εντοπίστηκε στο Δ.Δ. του Θεολόγου, πάνω από το σημείο όπου το ρέμα του ποταμού Σωφρόνη συμβάλλει με το ποτάμι της Κελεφίνας.
Ο παράγοντας που συνέβαλε καθοριστικά στην επιλογή της υπό εξέταση θέσης είναι η ύπαρξη πλησίον αυτής, της Κελεφίνας, ποταμού του οποίου το νερό τροφοδοτεί την περιοχή, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Μεγάλο ρόλο έπαιξαν επίσης, η ελαφρά κλίση της τοποθεσίας με μέτωπο προς το νότο, καθώς και το σχιστολιθικό έδαφος που ευνοεί την καλλιέργεια δημητριακών, ελαιόδεντρων, αλλά και οπωροφόρων δένδρων.
Σύμφωνα με τις μεταγενέστερες ενδείξεις, οι κάτοικοι της Κτητόρισσας, ήδη από την βυζαντινή εποχή, ασχολούνταν με την καλλιέργεια των βελανιδιών τύπου Velonia (οι καρποί των οποίων αποτελούν συστατικό στοιχείο της τροφής των χοίρων αλλά και των βαφών που χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία-επεξεργασία δερμάτων), αλλά και με την εκμετάλλευση του εντόμου Kermococus vermilio(6) (έντομο που μαστίζει τις βελανιδιές της νοτιότερης Ευρώπης και όταν συνθλίβεται, βγάζει μια έντονη κόκκινη βαφή). Επιπλέον, οι κάτοικοι καλλιεργούσαν μουριές, δραστηριότητα που επιβεβαιώνεται και από τον μεγάλο αριθμό αυτού του είδους δέντρων, τα οποία φύονται διάσπαρτα στα πέριξ του χωριού, μέχρι και σήμερα. Τέλος, μια εκ των ενασχολήσεων των ανθρώπων της περιοχής θα πρέπει να ήταν και η παραγωγή μεταξιού.
Γύρω από τη Λακεδαίμονα, εντοπίστηκαν πέραν της Κτητόρισσας, δύο ακόμα θέσεις, χρονολογούμενες στην υπό εξέταση περίοδο: τα Χρύσαφα, οικισμός τον οποίο η L.S. χαρακτήρισε ως κωμόπολη, καθώς και ένα αταύτιστο χωριό, στην τοποθεσία Σωτήρα, μεταξύ Αγ. Σαράντα και Χρύσαφας.(7)
Οι παραπάνω τρεις θέσεις (Κτητόρισσα, Χρύσαφα και αταύτιστο χωριό στην Σωτήρα) αποτέλεσαν αργότερα σημαντικούς μεσαιωνικούς οικισμούς. Τα Χρύσαφα μάλιστα εξελίχθηκαν σε αυτόνομο κέντρο(8), γύρω από το οποίο αναπτύχθηκαν χωριουδάκια, αγροικίες, αλλά και μια σειρά από γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
2.Η περίοδος του 11ου αιώνα (προ Κομνηνών)
Η L.S. ανέδειξε επτά θέσεις στον βόρειο και δυτικό τομέα έρευνας, χρονολογούμενες την περίοδο του 11ου αι. (προ Κομνηνών): δύο χωριά(9), ένα χωριουδάκι και τέσσερις αγροικίες.
Αναλυτικότερα, το ένα από τα δύο καταγεγραμμένα χωριά είναι αυτό της Κτητόρισσας, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί και αυτήν την εποχή, έναν από τους σημαντικότερους οικισμούς της περιοχής.
Λίγο πιο πάνω από τη Κτητόρισσα, εντοπίστηκε το χωριουδάκι του Θεολόγου(10) . Η εν λόγω θέση αναπτυσσόταν  περίπου ένα χιλιόμετρο πιο κάτω από το σημερινό χωριό με το ίδιο όνομα. Ακόμη, σε μια παραποτάμια διαδρομή που ακολουθεί την Κελεφίνα, κοντά στην διασταύρωση προς τη Χτόριζα, βρέθηκε από τους ερευνητές της LS,  μία από τις τέσσερις αγροικίες της περιόδου(11).
Στην περιοχή Γελαδάρη-Κούρτη Βουτιάνων (η οποία σημειωτέον έχει  να επιδείξει σημαντικές θέσεις και σε άλλες χρονικές περιόδους πέραν της εξεταζόμενης), βρέθηκε άλλο ένα χωριό.(12) Παράλληλα, μία ακόμη αγροικία εντοπίστηκε νοτιότερα της περιοχής Γελαδάρη(13), σε μια διαδρομή βορειοδυτικά της Λακεδαίμονος,.

Η τρίτη αγροικία της περιοχής, η οποία χρονολογείται αυτή την περίοδο, καταγράφηκε λίγα χιλιόμετρα βόρεια των Βουτιάνων, και συγκεκριμένα στα Πετράλωνα Βουτιάνων(14). Η εν λόγω αγροικία ήταν ανεπτυγμένη μεταξύ δύο βαθιών ρεμάτων, κάτω από την κεντρική οδική αρτηρία που ενώνει τη Σπάρτη με την Τρίπολη. Ογδόντα μέτρα νοτίως της αγροικίας, διακρίνονται τα κατάλοιπα μιας λότζας(15).
Εικόνα 1 Σούλι και Αγραπιδιά Βουτιάνων
Η τελευταία μεγάλων διαστάσεων αγροικία της περιοχής των Βουτιάνων εντοπίστηκε στην τοποθεσία Αγραπιδιά (Εικόνα 1)(16) , λίγο πιο κάτω από τον οικισμό Σούλι Βουτιάνων, σε μια δευτερεύουσα διακλάδωση του δρόμου που οδηγεί προς την αγροικία των Πετραλώνων. Η  θέση αυτή χαρακτηρίστηκε λανθασμένα από την έρευνα της LS ως αγρίδιον(17) και ταυτίστηκε με τη θέση Μιτάτοβα (Αγραπιδούλα).
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία παρατηρούμε πως την περίοδο του 11ου αιώνα (προ Κομνηνών), ελάχιστες από τις αγροικίες της περιοχής ήταν απομονωμένες, καθώς οι περισσότερες εξ αυτών αναπτύσσονταν πλησίον δρόμων.
Η LS σημειώνει την ύπαρξη ενός εκτενούς οδικού δικτύου(18) στα βορειοανατολικά της Λακεδαίμονος, το οποίο χρονολογείται ήδη από τη βυζαντινή εποχή και κατασκευάστηκε με σκοπό τη διευκόλυνση των μετακινήσεων στα χωριά, τα χωριουδάκια και τις αγροικίες γύρω από αυτά. Σύμφωνα με την έρευνα, δύο δρόμοι ξεκινούσαν από τη Λακεδαίμονα και αργότερα από τον Μυστρά, με κατεύθυνση προς τα βορειοανατολικά. O πρώτος ακολουθούσε περίπου τον δρόμο της αρχαιότητας και ανέβαινε την πλαγιά του ρέματος του Μπραστού. Ο δεύτερος ξεκινούσε από την περιοχή Γελαδάρη Βουτιάνων και στη συνέχεια σχημάτιζε μια διχάλα, της οποίας ο ένας κλάδος ανέβαινε τη περιοχή Κουρκούλια Βουτιάνων και ο άλλος, ακολουθώντας μια κυκλική διαδρομή, περνούσε από την περιοχή Aγραπιδιά-Σούλι Βουτιάνων. Οι δύο αυτοί κλάδοι ενώνονταν στα Πετράλωνα Βουτιάνων. Ένας τρίτος δρόμος ξεκινούσε από την περιοχή του σημερινού Κλαδά και κοντά στην θέση Κούτσουρη, σχημάτιζε μια διχάλα, απ’ όπου ο ένας κλάδος μέσω μιας κυκλικής διαδρομής, περνούσε από το Δίρεμα Βουτιάνων και κατέληγε στα Πετράλωνα. Ο έτερος κλάδος συνέχιζε, διασχίζοντας το χωριουδάκι του Θεολόγου. Τέλος, ένας τέταρτος δρόμος είχε ως αφετηρία του τη θέση του Μώρου (μεταξύ Κοκκινόραχης και Αφυσσού) και συνέχιζε, ακολουθώντας την παραποτάμια διαδρομή της Κελεφίνας (Χάρτης 1).
Στην υπό εξέταση περίοδο και συγκεκριμένα το 1027, τοποθετείται η ανακατασκευή, σε κοντινή απόσταση από τη σημερινή γέφυρα του Ευρώτα, της λεγόμενης γέφυρας του Νικόδημου(19), με σκοπό τη διευκόλυνση των μετακινήσεων προς τις περιοχές του Πάρνωνα. Η εν λόγω γέφυρα συνέβαλε εκτός των άλλων  και στην εντατικοποίηση των καλλιεργειών βορειοανατολικά της Λακεδαίμονος.
3.Περίοδος των Κομνηνών-Αγγέλων(11ος-12οςαι.)
Κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, δηλαδή την περίοδο δυναστείας των Κομνηνών και των Αγγέλων, η αγροτική οικονομία της Λακωνικής παρουσίασε ιδιαίτερη άνθηση. Οι καλλιέργειες εντατικοποιήθηκαν, και οι κάτοικοι με υποκίνηση των Ιταλών εμπόρων που δρούσαν την εποχή εκείνη στον ελληνικό χώρο, προσανατολίστηκαν στην παραγωγή και ακολούθως στην εμπορία ελαιόλαδου(20), το οποίο αποτέλεσε το κύριο εξαγώγιμο προϊόν της περιοχής(21).
Κέντρο ολόκληρης της Λακωνικής, κατέστη η Λακεδαίμων, ακμαίο και δη πολυπολιτισμικό αστικό κέντρο, με μεγάλη βιοτεχνική δραστηριότητα, στο οποίο παράλληλα δρούσαν ισχυρές οικογένειες γαιοκτημόνων(22) αλλά και Βενετοί έμποροι που στο μεταξύ είχαν εδραιώσει την παρουσία τους στην πόλη, διαθέτοντας τις δικές τους εκκλησίες και σημαντική ακίνητη περιουσία(23).
Η οικονομική άνθηση της περιοχής συνοδεύτηκε από την ανάλογη οικιστική ανάπτυξη. Πράγματι, παρά την έλλειψη γενικών ποσοτικών δημογραφικών δεδομένων, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις επέκτασης των παλαιότερων οικισμών αλλά και δημιουργίας νέων.
Πιο αναλυτικά, καταγράφηκαν τριάντα θέσεις (χωρίς τις εκκλησίες), έναντι επτά της προηγούμενης περιόδου: 1 μεγάλο χωριό,1 ακόμη χωριό (με επιφύλαξη), 2 μικρότερα χωριουδάκια, 2 περιουσίες, 16 αγροικίες, οι τέσσερις εκ των οποίων φέρουν και γεωργικές εκμεταλλεύσεις, 2 μύλοι και 6 επιπλέον γεωργικές εκμεταλλεύσεις
Η θέση που σύμφωνα με την έρευνα αντιστοιχεί σε ένα μεγάλο χωριό, δεν είναι άλλη από την Κτητόρισσα, η οποία αποτελούσε πλέον έναν μεγάλο σε έκταση και ακμαίο οικισμό, διαθέτοντας μάλιστα την εποχή εκείνη και τη δική της εκκλησία(24). Στην περιοχή γύρω από την Κτητόρισσα, εντοπίστηκαν ακόμη: α) δύο περιουσίες β) δύο αγροικίες με δύο γεωργικές εκμεταλλεύσεις γ) τρείς επιπλέον αγροικίες, και δ) δύο μύλοι(25).
Το χωριουδάκι του Θεολόγου πιθανότατα εξακολουθεί να υφίσταται και σε αυτήν την περίοδο, αν και παραλείπεται η οποιαδήποτε αναφορά της έρευνας σε αυτό. Πλησίον του χωριού, και συγκεκριμένα στην τοποθεσία «περί τους Καψαλούς», υπήρχε μοναστήρι επ’ ονόματι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, χτισμένο μάλλον την εποχή προ Κομνηνών, από το οποίο πήρε και το όνομά της όλη η ευρύτερη περιοχή. Σύμφωνα με σιγίλιο που απολύθηκε το 1366(26), η εν λόγω μονή κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, ήταν αυτόνομη και διατηρούσε σημαντική κτηματική περιουσία, ως αποτέλεσμα μιας σειράς προνομίων που επικυρώθηκαν σε αυτήν, μέσω χρυσόβουλλων, αλλά και επίσημων πατριαρχικών εγγράφων-σιγιλίων. Με βάση στοιχεία που προκύπτουν από το προαναφερθέν σιγίλιο, το μοναστήρι παρήκμασε την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο, όταν << η ιταλική διοίκηση >> της περιοχής αφαίρεσε τα περισσότερα κτήματά του και το κατέστησε μια μονή ήσσονος σημασίας, η οποία αργότερα έγινε μετόχι της μονής  Βροντοχίου.
Στην περιοχή του Θεολόγου, η L.S. κατέγραψε τρεις ακόμα θέσεις που χρονολογούνται αυτή την περίοδο. Πρόκειται για μία αγροικία στην τοποθεσία Αχραγιά Θεολόγου, και για μία ακόμη θέση πλησίον της αγροικίας που πιθανολογείται ότι αποτελούσε τμήμα μιας ευρύτερης εγκατάστασης(27), η οποία αντιστοιχούσε σε ένα μοναστικό συγκρότημα ΜΒ περιόδου(28). Ακόμη πιο νότια από τη θέση Αχραγιά εντοπίζεται και μια ακόμη αγροικία.

Εικόνα 2: Η περιοχή Γελαδάρη-Κούρτη Βουτιάνων
Στην περιοχή Γελαδάρη,(Εικόνα 2) βρέθηκαν τέσσερις γεωργικές εκμεταλλεύσεις(29).Η αγροικία που κατά την προηγούμενη περίοδο είχε εντοπιστεί νοτίως της ίδιας περιοχής φαίνεται πως συνεχίζει να υπάρχει και σε αυτήν την εποχή, ενώ δίπλα της αναπτύχθηκαν μία ακόμη γεωργική εκμετάλλευση, καθώς και μια νέα αγροικία. Επίσης, στη θέση Κούρτη της περιοχής Γελαδάρη, ο Jochmus εντόπισε έναν οικισμό(30), ο οποίος μάλλον αντιστοιχούσε σε χωριουδάκι που άκμασε κατά τη βυζαντινή αλλά και την οθωμανική περίοδο.
Πιο πάνω από τη τοποθεσία Γελαδάρη Βουτιάνων, στην περιοχή Σκούρα(31), εντοπίστηκαν δύο ακόμη αγροικίες καθώς και μια τρίτη με γεωργική εκμετάλλευση. Η πηγή που υπάρχει στα δυτικά, θα πρέπει να συντέλεσε στην επιλογή των συγκεκριμένων θέσεων. Παράλληλα, ένα εκκλησάκι είχε ανεγερθεί στα βορειοδυτικά των υπό εξέταση αγροικιών.
Αναφορικά με τις υπόλοιπες εκκλησίες που καταγράφηκαν στην περιοχή και ανήκουν στην υπό εξέταση περίοδο, ζητούμενο παραμένει σύμφωνα με τους ερευνητές, η ακριβής χρονολόγηση των αρχαιολογικών καταλοίπων που ανήκουν στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία(32), το οποίο εντοπίζεται βορείως των τεσσάρων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, στην περιοχή Γελαδάρη. Άγνωστο είναι επίσης στην έρευνα, το όνομα του αγίου (ή της αγίας) στον οποίο είχε αφιερωθεί η εκκλησία πλησίον της τοποθεσίας Κληματόρεμα, όπου εντοπίστηκε ο οικισμός που αντιστοιχούσε σε χωριουδάκι της περιοχής. Τέλος, το εκκλησάκι του Αγ.Δημητρίου(33), το οποίο βρίσκεται στην κτηματική περιοχή Γελαδάρη Βουτιάνων, βορείως της θέσης που φέρει το όνομα Εκκλησίες Βουτιάνων, θεωρήθηκε λανθασμένα από την έρευνα ως ένα απλό κτίσμα, και όχι ως θρησκευτικό οίκημα(34).
Ελλιπή είναι τα διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν στην περιοχή γύρω από το ρέμα του Μπραστού, αλλά και στη θέση που εντοπίστηκε στην έξοδο του εν λόγω ρέματος και που πολύ πιθανόν να αντιστοιχούσε σε χωριό.(35) Δυστυχώς, η αστάθεια και η διάβρωση του εδάφους στη συγκεκριμένη τοποθεσία δυσχεραίνουν την αρχαιολογική έρευνα και συνεπώς και την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων περί της συγκεκριμένης θέσης.
Μία αγροικία με γεωργική εκμετάλλευση μαρτυρείται για πρώτη φορά αυτή την περίοδο,  στο Λυκόβουνο Βουτιάνων,(36) ενώ άλλη μία γεωργική εκμετάλλευση καταγράφηκε από  τους ερευνητές, σε κοντινή απόσταση.

Εικόνα 3 Πετράλωνα και Αγ.Παντελεήμων
Η αγροικία στα Πετράλωνα Βουτιάνων(Εικόνα 3) η οποία ήταν ανεπτυγμένη κάτω από τον σημερινό κεντρικό δρόμο Σπάρτης-Τρίπολης, εξακολουθεί να υφίσταται και αυτήν την εποχή. Στο επάνω μέρος της κεντρικής οδικής αρτηρίας, είναι κτισμένο το εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα(37). Ο ναΐσκος βρίσκεται πλησίον μιας πηγής και στα βορειοανατολικά του, σε απόσταση 250 μέτρων, διακρίνεται μια λότζα. Σύμφωνα με την έρευνα της L.S., η προαναφερθείσα αγροικία συνδεόταν με το εκκλησάκι.(38) Η αξίωση αυτή όμως, δε μπορεί να υποστηριχθεί με βεβαιότητα, καθώς η διάνοιξη του δρόμου Σπάρτης-Τρίπολης μεταξύ των δύο θέσεων είχε ως συνέπεια την απώλεια των απαραίτητων αποδεικτικών στοιχείων..Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες των ντόπιων κατοίκων(39), στην περιοχή όπου εκτεινόταν η αγροικία στα Πετράλωνα, υπήρχε σημαντική ποσότητα οικοδομικών υλικών, τα όποια μάλιστα, κατά τη δεκαετία του 1920, έγιναν αντικείμενο πώλησης από τους ιδιοκτήτες των γύρω χωραφιών. Αξιοπρόσεκτος είναι επίσης ο μεγάλος αριθμός από πέτρινες πεζούλες που μαρτυρούνται στο ίδιο μέρος.
Βάσει της L.S., μία ακόμη αγροικία εντοπίστηκε λίγο πιο πάνω, στα Βουρλιώτικα αμπέλια

Εικόνα 4 Δίρεμα Βουτιάνων

 Η αγροικία που κατά την προηγούμενη περίοδο εντοπίστηκε στην Αγραπιδιά Βουτιάνων,την εποχή αυτή,φαίνεται πως μεταφέρθηκε χαμηλότερα,σε ομαλότερο έδαφος.Συγκεκριμένα εντοπίστηκε με μέτριας πυκνότητας διασπορά ευρημάτων,στην περιοχή Δίρεμα Βουτιάνων (Εικόνα 4),στό σημείο όπου το Θεολογίτικο ρέμα συναντά το Ρέμα της Μοτσιάρας. Τέλος μιά επιπλέον αγροικία καταγράφηκε μια μικρή διασπορά ευρημάτων στη περιοχή Λαγκάδα(40), πιο κάτω από το Δίρεμα και απέναντι από την περιοχή Κούτσουρη.
Συμπερασματικά, με βάση τα προαναφερθέντα δεδομένα, την περίοδο δυναστείας των Κομνηνών (1057-1185) και των Αγγέλων (1185-1195), παρατηρείται στην υπό εξέταση περιοχή, μια σημαντική αύξηση του αριθμού των καταγεγραμμένων θέσεων, σε σχέση με τις αντίστοιχες θέσεις των προηγούμενων περιόδων. Η αύξηση αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στην οικονομική ανάκαμψη που γνώρισε η περιοχή της Λακωνικής κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, και η οποία με τη σειρά της αποτελεί συνάρτηση της ανάπτυξης της βιοτεχνίας και του εμπορίου στη Λακεδαίμονα, καθώς και των μεταβολών του ιδιοκτησιακού καθεστώτος(41) και της εντατικοποίησης του εξαγωγικού χαρακτήρα της αγροτικής οικονομίας, στην ευρύτερη περιοχή. Αξίζει πάντως να επισημανθεί πως οι συνέπειες αυτής της οικονομικής άνθησης ήταν ευεργετικές για όλα τα κοινωνικά στρώματα, ώστε «και η πιο φτωχή κατοικία διέθετε τζάμια, αρτοσκευάσματα και τραπέζια».(42)
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Μεταξύ των ετών 1983 και 1989, μέλη της Βρετανικής Σχολής Αθηνών και των Πανεπιστημίων Amsterdam και Nottingham πραγματοποίησαν από κοινού μια εντατική επιφανειακή έρευνα, έκτασης 70 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στην περιοχή αριστερά του Ευρώτα, η οποία περιλαμβάνει τις θέσεις από τον Παλαιογουλά της Σελλασίας έως και τα Χρύσαφα. Τα ευρήματα καλύπτουν χρονικά το διάστημα από την προϊστορική έως τη βυζαντινή εποχή. Τα πορίσματα των ερευνών δημοσιεύτηκαν σε δύο τόμους, το 1996 και το 2002, αντίστοιχα, βλ. σχετικά, W.Cavanagh-J.Crouwel-R.W.V.Catling-G.Shipley (επιμ.), Continuity and Change in a Ghange in a Greek Rural Landscape.The Lakonia Survey,vol.II: The Archaelogical Data, BSA Supplementary Volume 27, London 1996, (στο εξής: LS II) και W.Cavanagh-J.Crouwel-R.W.V.Catling-G.Shipley(επιμ.), Continuity and Change in a Ghange in a Greek Rural Landscape.The Lakonia Survey,vol.I:Methology and Interpetation, BSA Supplementary Volume 26, London 2002, (στο εξής : LS I). Για τη βυζαντινή περίοδο, βλ. Pamela Armstrong, «The Byzantine and Ottoman pottery», σελ.125-140 και Graham Shipley «Site catalogue of the survey», σελ.315-438 στο LS II και P.Armstrong, «The Survey Area in the Byzantine and Ottoman Periods», σελ.339-402 στο LS I.
2) Ο χαρακτηρισμός των καταγεγραμμένων θέσεων της LS, κατά την απαρίθμησή τους, ακολουθεί αυτόν της έρευνας, σύμφωνα με τους χάρτες των τριών υπό εξέταση περιόδων.
3) LS Ι, σελ.355-356, και  LS ΙΙ, σελ.370-371.
4) Η βασική οικιστική μονάδα της βυζαντινής υπαίθρου ήταν το χωριό (χωρίον). Ένα χωριό αποτελούνταν από επιμέρους υποστατικά (στάσεις), καλλιεργούμενες εκτάσεις (χωράφια, αμπελώνες), και κήπους. Τα παραπάνω βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από τον πυρήνα του χωριού και συνδέονταν μεταξύ τους και με το χωριό, μέσω δρόμων και μικρών μονοπατιών. Το χωρίον αποτελούσε οικιστική και φορολογική ενότητα, βλ. σχετικά LS Ι, σελ. 344.
5)Ισως στους αιώνες που προηγήθηκαν της εμφάνισης του χωριού της Κτητόρισσας, να λειτουργούσε στη περιοχή ένα μοναστικό συγκρότημα, βλ. σχετικά LS ΙΙ, Χάρτης, σελ.371, [Site K247 Chtoriza (G. Sanders)]  και Μ. Καππάς, «Ο ναός του Αγίου Νικολάου στο ρέμα του Σωφρόνη», Βυζαντινά Σύμμεικτα (2011), σελ.291.
6) LS Ι, σελ 355.
7) LS Ι, σελ.356, LS ΙΙ, σελ.399.
8) LS Ι, σελ.357, LS ΙΙ σελ. 428.
9) Τοποθεσίες από 0,01 έως 0,15 εκτάρια (εκτάριο=10.000 τμ) ταξινομούνται ως μικρά μεμονωμένα νοικοκυριά-αγροικίες (farmhouse), από 0,15 έως 0,30 εκτάρια ως μεγάλα αγροκτήματα (estate), από 0,30 έως 1 εκτάρια ως χωριουδάκια (hamlet), από 1 έως 3 εκτάρια ως χωριά (village) και τέλος από 3 εκτάρια και πάνω ως κωμοπόλεις, βλ. σχετικά LS Ι, σελ. 347.
10) LS Ι, σελ. 360 και Χάρτης σελ. 359, LS II, σελ. 370.
 11) LS ΙΙ, σελ. 351 και LS I, σελ. 360.
12) LS Ι, σελ. 360, LS II σελ. 359.
13) LS ΙΙ, σελ. 361 και LS I, σελ. 360.
14) LS I, σελ. 358 και 360 και Χάρτης σελ. 359, LS IΙ, σελ. 329.
15) Οι λότζες της υπό εξέταση περιοχής αποτελούν μακροσκελή πέτρινα κτίρια με κεραμίδια, δίπλα από τα οποία χτιζόταν συνήθως μια ξεχωριστή καλύβα, βλ. σχετικά Ι. Τζαννέτου, «Τοπωνυμικά», εφ. Οι Βουτιάνοι, Ιούνιος 1960, αρ.φ.49, σελ.3,4 και Ιούλιος 1960, αρ.φ.50, σελ.3-4 και Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1960, αρ.φ.51 σελ.3-4.
16) LS Ι, σελ.360 και Χάρτης σελ. 359, LS IΙ, σελ. 345.
17) LS Ι, σελ.348.
18) LS Ι, σελ. 341 και Χάρτης σελ. 354.
19) α) P. Armstrong - W.Cavanagh – G. Shipley, Crossing the river: Observations on routes and bridges in Lakonia from the Archaic to Byzantine periods, 1992, σελ.298-301 και σελ.304-305. β)Ηλίας Αναγνωστάκης, Μονεμβάσια-Λακεδαίμων. Για μια τυπολογία της αντιπαλότητας και για την αργία της Κυριακής στις πόλεις, Τ. Κιουσοπούλου (επιμ.), «Οι βυζαντινές πόλεις, 8ος-15ος  αιώνας. Προοπτικές της έρευνας και νέες προσεγγίσεις», Εκδόσεις Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης, Ρέθυμνο 2001, σελ.117 γ) LS Ι, σελ.358-363.
20). LS Ι, σελ. 364,401. Η παραγωγή ελαιολάδου επιβεβαιώνεται και από τον μεγάλο αριθμό αμφορέων Κομνήνειας περιόδου που βρέθηκαν στην περιοχή και χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση του είδους.
21) Στην περιοχή ανακαλύφθηκαν αρκετά βενετικά έγγραφα του 12ου αιώνα, τα οποία είναι ενδεικτικά των εμπορικών συναλλαγών των ντόπιων κατοίκων με την πόλη των δόγηδων, ενώ παράλληλα φανερώνουν τον έντονα εξαγωγικό χαρακτήρα της οικονομίας, με κύριο εξαγώγιμο προϊόν, το ελαιόλαδο, βλ. Μ. Κορδώση «Το εμπόριο στη Βυζαντινή Λακωνία (θ΄ αι.-1204)», στο Πρακτικά του Α΄ Συνεδρίου Λακωνικών Μελετών (Μολάοι 5-7 Ιουνίου 1982), (Πελοποννησιακά), παράρτημα 9, σελ.108. και Α. Manetti, «Βενετία και Πελοπόννησος» στο Πελοπόννησος. Χαρτογραφία και Ιστορία, 16ος - 18ος αιώνας, σελ.36 και P. Armstrong, «Merchants of Venice at Sparta in the 12th century», στο W.G. Cavanagh, C. Gallou και M. Georgiadis (επιμ.), Sparta and Laconia. From Prehistory to Pre-Modern, London, 2009, σελ. 313-321 και 313-317 και Α. Μέξια, «Ελαιοκομία στη Βυζαντινή Λακεδαίμονα. Πηγές και αρχαιολογικά τεκμήρια», Λακωνικαί Σπουδαί 18, (2006), σελ.211.
22) Α. Harvey, Οικονομική ανάπτυξη στο Βυζάντιο, 900-1200, ΜΙΕΤ, σελ.350-351 και Μ. Κορδώση, «Το εμπόριο στη Βυζαντινή Λακωνία (θ΄ αι.-1204)», σελ.107-112. Για τα προβλήματα σχετικά με τον Λέοντα Χαμάρετο, βλ. στο Αλ. Γ. Κ. Σαββίδης, Μεσαιωνική Πελοπόννησος, εκδ. Ηρόδοτος, σελ.468.
23) Αγγελική Λάιου, «Η ανάπτυξη της οικονομικής παρουσίας της Δύσεως στην ανατολική Μεσόγειο και Εγγύς Ανατολή», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ.21, Εκδοτική Αθηνών ΑΕ, σελ.70.
24)  Για την εκκλησία βλ. Shipley, Site Catalogue, 371, εικ. 24, 32, Καππάς, σελ. 114, 294 και 298 και Δρανδάκης, Χριστιανικαί επιγραφαί Λακωνικής, ΑΕ 1967, σελ.156.
25) LS I, σελ.378, 380,365,360,369,371,431,377,392,204,349,371 και LS II, σελ. 373,375,351,377,352.
26) Το σιγίλιο του 1366 απολύθηκε με σκοπό  την επικύρωση παλαιότερων προνομίων προς τη μονή Βροντοχίου, μεταξύ των οποίων ήταν και η κατοχή εκ μέρους του μοναστηριού, της μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, «περί τους Καψαλούς», ως μετόχι, Patrologia Graeca, τ. CLII [Τόμος 152: Mανουήλ Καλέκας, Ιωάννης Κυπαρισσιώτης, Ματθαίος Ασάνης, Καντακουζηνός. Συνοδικές και Πατριαρχικές αποφάσεις και διατάξεις των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως (1320-1372)], 1866, σελ. 1406-1409 (από διαδίκτυο).
27) LS I, σελ. 365.
28) LS IΙ, σελ.348.
29) LS Ι, σελ.367 και Χάρτης σελ. 362.
30)A. Jochmus, Journal of the Royal Geographical Society of London, Vol. 27, 1857, σελ.45.
31) LS I σελ.365 και LS II σελ.332.
32) LS I, σελ. 367,293 και LS II, σελ. 339.
33) Ι.Τζαννέτου, «Τοπωνυμικά» εφ. Οι Βουτιάνοι, Μάιος 1960, αρ.φ.48, σελ.3-4.
 34) LS II, σελ. 355.
35) LS II, σελ. 339.
36) LS II, σελ. 338.
37) LS Ι, σελ.358,367 και Χάρτης σελ. 362 και Ν. Δρανδάκης Αρχαιολογική Εφημερίς, 1969, (δεν εντοπίστηκε η σχετική αναφορά).
38) LS Ι, σελ. 367.
39) Ι. Τζαννέτος, Μ. Παπανικολάου.
40) LS II, σελ. 346.
41) Σύμφωνα με την Αγγελική Λάιου << η κύρια θεσμική αλλαγή κατά την περίοδο από τον δέκατο ως τον δωδέκατο αιώνα είναι η μετάβαση από την κοινότητα του χωριού που επικρατούσε νωρίτερα .στη μεγάλη ιδιοκτησία την οποία καλλιεργούν ενοικιαστές χωρικοί και η οποία σταδιακά επικράτησε στην ύπαιθρο >> Η Βυζαντινή οικονομία Angeliki E.Laiou εκδ.Παπαδήμα 2011 σελ149 και σύμφωνα το τον  Jacques Lefort, από τον 11ο αιώνα «ολόκληρα χωριά μετατρέπονται προοδευτικά σε μεγάλες ιδιοκτησίες, χωρίς, από ό,τι φαίνεται ,να χειροτερεύσει η οικονομική κατάσταση των κατοίκων, αφού την ίδια εποχή παρατηρείται αντίθετα ενδυνάμωση της αγροτικής κοινωνίας», J. Lefort, «Η αγροτική οικονομία (7-12ος αιώνας)», στο Α. Λαΐου (γεν. εποπτεία), Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο  έως τον 15ο αιώνα, τ. Α΄, ΜΙΕΤ, σελ. 390.
42) LS I, σελ. 366.

7.Β Ενας φωτογράφος που ζωγράφιζε πάνω στο φιλμ περνά από το χωριό μας


















Το πρωί της 20ης Ιουλίου 1961 ο Παπαγιάννης Τζαννέτος (1891-1994)εφημέριος Βουτιάνων και συνταξιούχος δάσκαλος μαζί με τον εγγονό του Γιάννη κατευθύνονται προς το εξωκκλήσι του προφήτη Ηλία .Στη στροφή του καφενείου του Γιάτρα συναντούν την Ελένη Γιάτρα (1922-1981)και συνομιλούν. Αυτή τη στιγμή αποθανατίζει περνώντας με το χωριό μας ο διάσημος Γάλλος φωτογράφος του 20ου αιώνα και πατέρας της φωτοδημοσιογραφίας Η.Cartier-Bresson (1908-2004).Τίτλος της φωτογραφίας <<ο παππάς και το παπαδοπαίδι >>.Αν και δεν γνωρίζουμε τις σκέψεις του Bresson για τη συγκεκριμένη φωτογραφία ίσως το γενικό σκεπτικό του περί αναγνώρισης της τάξης και της ισορροπίας που βρίσκεται γύρω μας να έχει σχέση και με αυτή τη φωτογραφία. Ακόμη είναι εμφανής η προσπάθεια του να διεισδύσει στη συνομιλία ,σίγουρο είναι ότι πέτυχε χωρίς να το γνωρίζει να αποθανατίσει χαρακτηριστικές φιγούρες του χωριού μας. Ιδιαίτερα εμείς οι Βουτιανίτες γνωρίζοντας διάφορα γεγονότα αυτής της εποχής μπορούμε να κάνουμε πάμπολλες σκέψεις και αναγνώσεις αυτής της φωτογραφίας .Ελπίζουμε αυτή η φωτογραφία να είναι ένα έναυσμα για μια εισαγωγή στη δεκαετία του 60 στο χωριό μας γιατί όπως έλεγε και ο Bresson <<η φωτογραφία είναι ένα τίποτα. Η ζωή είναι αυτή που με νοιάζει.>>. Στο κάτω μέρος το σκηνικό της φωτογραφίας όπως είναι σήμερα.



Η επιγραφή στον Αγιο Γεώργιο το 1698





Το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, βόρεια των Βουτιάνων,  που σήμερα είναι γνωστό για τις ιπποδρομίες που γίνονται κάθε χρόνο στις 23 Απριλίου έχει μια μακρά ιστορία.
Εκτός από την αναφορά του Α.Μιχαλόπουλου για ανακαίνιση του ναού το 1640, μια επιγραφή σε εξωτερικό τοίχο του ναού με χρονολογία 1698 μας δίνει το έναυσμα για  υποθέσεις μετά και την μερική ανάγνωση της επιγραφής από την ομάδα της έρευνας στην Λακωνία  το 1996.
Το κείμενο είναι  γραμμένο γύρω από ένα  Μαλτέζικο σταυρό. Τα γράμματα του σταυρού καταγράφονται παρακάτω και ίσως να είναι από το ίδιο χωρίο άλλης επιγραφής του 1697 από την μονή των Αγίων Σαράντα(1)  
1698 εγπν
Ιγι
Ασυ.δρο αγ..γε
(μη?σ.(..)Παπααν γς σ
ΔΓ                           η
Σ                              γ
8                        ι    ε    
1η γραμμή :πιθανώς << εγένετο >> το παρόν η αντίστοιχα παρόμοιο.
2η γραμμή : Δεύτερο γράμμα Γάμμα η Ρό.
Πιθανότατα αναφορά στον << Ιγνάτιο ιερομόναχο της πόλεως Ζυγγνού (μάλλον Τζίτζινα) >>2  η παρόμοια ημερομηνία από άλλη κατασκευή σχετιζόμενη με τους Αγιους Σαράντα.
3η γραμμή :Δηλαδή δια συνδρομής. Πρώτο γράμμα στρογγυλό πιθανόν Ομικρον η Υψιλον.
Από 5η γραμμή έως 8η : Ίσως να είναι μη ευανάγνωστη γραφή. Τέλος μπορεί όλα τα παραπάνω να είναι κώδικας συντομογραφίας η μπορεί να καταγράφει το πρώτο κτίριο της εκκλησίας το 1698.


Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε :
1ο Ύπαρξη  σχέσης του κτίσματος του Αγ.Γεωργίου με την μονή των Α.Σαράντα.
2ο Δεν υπάρχουν μέχρις στιγμής κάποια στοιχεία για την σχέση του κτίσματος με το χωριό Βουτιάνοι την περίοδο του 1700.
3o Παραλείπετε από την ομάδας τη  έρευνας στην Λακωνία  η αναφορά στην 4η γραμμή,που ίσως υπάρχει το όνομα Παπανδρέας.
4ο Τέλος ίσως το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου να είναι μιά απο τις 9 εκκλησίες που καταγράφονται ότι ανήκουν στο μοναστήρι των Αγ,Σαράντα στην έκθεση του Γενικού προβλεπτή Francesco Grimani το 1701.


 Πηγές :

1)The Laconia survey… William Cavanagh Joost Crouwel R. W. V Catling Graham Shipley Pamela  Armstrong  London · British School at Athens. 1996 σελίδα 232-233.